ΛΕΜΠΕΣΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

Δεν ορίστηκε εικόνα

εννήθηκε στον Πειραιά το 1909 και πέθανε στην Αθήνα το 1997. Γιος του ναυτικού Παναγιώτη Λεμπέση και της Γαρυφαλιάς Καλαφάτη. Απά τα σχολικά του χρόνια (τελείωσε το σχολαρχείο) εργάσθηκε σε τυπογραφείο στην εφημερίδα "Σφαίρα" και αργότερα στην εφημερίδα "Θάρρος". Στο επάγγελμα του τυπογράφου έμεινε μέχρι τα εικοσιπέντε του χρόνια.

Αυτοδίδακτος μουσικός, έπαιζε μαντολίνο και κιθάρα κι αυτό τον έκανε περιζήτητο στα κόρα και στις καντάδες. Είχε μεγάλη αγάπη, και για τη ζωγραφική. Το ενδιαφέρον του γι' αυτή ξεκίνησε από τις αγιογραφίες που θαύμαζε μικρό παιδί δίπλα στη γιαγιά του που ήταν καντηλανάφτισσα στον Άγιο Βασίλειο Φρεαττύδος.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στην αυτοβιογραφία του, το δέος με το οποίο κοίταζε τις εικόνες άρχισε να υποχωρεί και να βλέπει και να θαυμάζει την ομορφιά τους, το σχέδιο και τα χρώματα και να τα αντιγράφει με χρωματιστά μολύβια. Έμαθε πιάνο με τη γυναίκα του Μαρίκα Κονδύλη και άρχισε να εργάζεται ως μουσικός μέχρι το τέλος της ζωής του.

Από το 1955 και περισσότερο από 20 χρόνια έμενε στη Νέα Υόρκη. Εργάστηκε επίσης και σε πολλές άλλες πόλεις της Αμερικής. Σαν Φραντσίσκο, Ατλάντα, Σικάγο, Φλόριντα και άλλες. Με τη ζωγραφική δεν έπαψε να ασχολείται ποτέ, σχεδιάζοντας και σκιτσάροντας.

Παράλληλα δοκίμασε και άλλα υλικά, όπως ξύλο, μάρμαρο, χαλκό. Χαρακτηριστικό του τρόπου που ζωγράφιζε είναι ότι ακόμη και σε βιαστικά σκίτσα αγνώστων φυσιογνωμιών διακρίνονται στοιχεία της προσωπικότητας και του χαρακτήρα τους.

Πήρε μέρος σε έκθεση ζωγραφικής μεταξύ επαγγελματιών ζωγράφων που έγινε στο Grccnwich Village το 1957, όπου και βραβεύτηκε.

Εκτός από μουσικός εκτελεστής και μαέστρος της ελαφράς μουσικής, ο Βασίλης Λεμπέσης ήταν στιχουργός και συνθέτης πολλών τραγουδιών ("Γλέντα τη ζωή", "Κλέφτρα της αγάπης", "Τσιγγάνικες καρδιές", "Στη μουχλιασμένη ταβέρνα", "Μη θυμώνεις που ζηλεύω" κ.ά) που ηχογραφήθηκαν στις εταιρείες Odeon και Columbia, τραγουδισμένα από τους Ζαννή Καμπάνη, Μ, Κορώνη. Φ. Πολυμέρη, Μόλλυ και άλλους.